οκτωβριανός

οκτωβριανός
η , όν 1. октябрьский;
η Μεγάλη 'Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση Великая Октябрьская социалистическая революция; 2.:

τα οκτωβριανά — октябрьские события


Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "οκτωβριανός" в других словарях:

  • οκτωβριανός — και οχτωβριανός, ή, ό 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον μήνα Οκτώβριο 2. αυτός που έγινε κατά τον μήνα Οκτώβριο («οκτωβριανή επανάσταση» η επανάσταση τών μπολσεβίκων στη Ρωσία τον Οκτώβριο τού 1917) 3. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα οκτωβριανά… …   Dictionary of Greek

  • οκτωβριανός — ή, ό αυτός που έγινε τον Οκτώβριο μήνα: Η Οκτωβριανή επανάσταση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • οχτωβριανός — ή, ό βλ. οκτωβριανός …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»